Σάββατο 22 Σεπτεμβρίου 2007

Όλη η Αλήθεια για τη ΓΕΝΕΣΗ (κεφάλαιο 2ο)


- - Μπορείς να μου εξηγήσεις τι έχεις κάνει; Την άλλη φορά με τους δεινόσαυρους είχε γέλιο. Τώρα τα βλέπω άσχημα τα πράγματα. Αυτοί είναι χειρότεροι και από μένα.

- Ήθελα να δημιουργήσω.

- Και γώ θέλω να καταστρέψω. Να πάω κάτω να τους διαλύσω το σύμπαν;

-Όχι σου είπα. Τόσα χρόνια στο group therapy μαζί με τους μπεκρήδες δε θα πάνε χαμένα. Με λένε διάβολο και είμαι καλά, δεν έχω καταστρέψει τίποτα τα τελευταία χίλια χρόνια. Θυμάσαι;

- Εντάξει, εντάξει. Ότι πεις. Εσύ είσαι το αφεντικό.

- Θα παραγγείλω Godys θέλεις τίποτά;

- Ναι εκείνο το κολασμένο μπέργκερ με την καυτερή σος.

- Όταν σε πιάσουν οι αιμοροήδες μη μου’ρχεσαι πάλι νυχτιάτικα να σε γιατρέψω. Αλήθεια, ο Κέρβερος τι κάνει;

- Τι να κάνει το κοπρόσκυλο, όλη μέρα καθαρίζω. Από τότε που του έβαλες τρία κεφάλια δε χωράει να βγει από την πόρτα.

- Γι αυτό του τα βαλα. Όλη την ώρα στον παράδεισο ερχόταν και τα κανε.

- Τέλος πάντων. Μ’αυτούς εκεί κάτω τι θα κάνουμε; Προχώρα με τη Γένεση να τελειώνουμε. Θέλεις να τους στείλω καρκίνο;

- Δε βλέπεις ότι καίνε λιγνίτη; Παράγουν καρκίνο από μόνοι τους.

- Πολύ αυτάρκης τους βλέπω και θα μείνουμε άνεργοι.

- Μη στεναχωριέσαι, πήγαινε να πληρώσεις τώρα γιατί ήρθαν τα φαγητά.

- Όλο εγώ πληρώνω. Τουλάχιστον θα μου παραγράψεις τα χρέη της lamborgini;

- Ποια πήρες;

- Τη Diablo φυσικά.

- Αφού έχει παλιώσει αυτή βρε κεφάλα.

- Ναι αλλά της δώσανε το όνομα μου. Φοβερό ντιζάϊν έτσι;

- Σε πήρανε χαμπάρι και σε δουλεύουνε. Μια το άρωμα μια το αυτοκίνητο. Να δω αν θα σε βγάλουνε σε ταμπόν που θα το βάλεις. Άνοιξε την τηλεόραση τώρα να δούμε τι έχει.

- Αφού δεν ανακαλύφθηκε ακόμα.

- Καλά ρε. Όλα τα πλάσματα του Θεού δεν είναι;

- Ναι και;

- Ε και αυτή πλάσμα είναι 32 ιντσών. Τελείωνε.

Και έτσι άλλη μια μέρα πέρασε και προστέθηκε στις πλάτες των ανθρώπων μα όχι στου Θεού.

Την επόμενη, πρωί πρωί φωνές ακούγονταν στον ουρανό.

- Διάολε!

- Τι έπαθες πάλι, καλημέρα λέει ο κόσμος.

- Χθες το βράδυ μου λέρωσες το χαλί με εκείνη την αηδιαστική σος.

- Εντάξει μωρέ πώς κάνεις έτσι.

- Να μου στείλεις εκείνο τον άχρηστο που κοιμάται όλη μέρα στη βάρκα.

- Ποιόν το χάρο;

- Αυτόν. Να ρθεί να καθαρίσει το χαλί.

- Μα αυτός είναι φοβερός εκτελεστής με μαύρη κουκούλα.

- Να βγάλει την κουκούλα και να βάλει ένα τσεμπέρι.

- Θα του δημιουργήσουμε ψυχολογικά. Θα τον φωνάζουνε χαρούλα τα παιδιά.

- Ούτως η άλλως τα παιδιά πάντα τον κοροϊδεύουνε. Αυτοί με το να πόδι στον τάφο τον φοβούνται. Άσε που κάτι πήρε το αφτί μου ότι χρηματίζεται για να τους περάσει απέναντι με τη βάρκα.

- Ε, τη μεζονέτα τη τριώροφη πώς την έκανε. Με δωρεές; Αφού όλοι τον φτύνουν.

- Φέρ’τον εδώ τώρα και πες του ότι αν ξανά χρηματιστεί θα του βάλω ένα κουπί από πίσω και θα χορεύει σάλσα για να φτάσει απέναντι. Φεύγω. Θα είμαι στο καφενείο «ο παράδεισος» εδώ πιο κάτω αν με ζητήσει κανείς. Πάω να σκεφτώ τι θα κάνω με τους από κάτω.

-ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ-